Η προσωπικότητα του ατόμου είναι μια έννοια που έχει απασχολήσει για καιρό την επιστημονική κοινότητα και είναι δύσκολο να ερμηνευθεί και να ορισθεί. Αυτό συμβαίνει διότι, από τη μια πλευρά παρουσιάζεται με μια πληθώρα χαρακτηριστικών σε κάθε άτομο και, από την άλλη πλευρά, χρησιμοποιείται με διαφορετικές έννοιες.
Για το ευρύ κοινό, η έννοια της προσωπικότητας έχει κυρίως αξιολογική χροιά: " τον συμπαθώ γιατί έχει "καλή" προσωπικότητα. Σε αυτήν την καθημερινή χρήση η λέξη σημαίνει "χάρισμα". Ωστόσο, οι θεωρητικοί της προσωπικότητας την ορίζουν ως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διαθέτει ο καθένας μας και δομούν έναν σταθερό τρόπο να σκεφτόμαστε, να αισθανόμαστε και να συμπεριφερόμαστε στα διάφορα ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του τρόπο να αντιλαμβάνεται και να τοποθετείται απέναντι στους άλλους ανθρώπους και στα γεγονότα (στοιχεία προσωπικότητας).
Η προσωπικότητα διαμορφώνεται από τη στιγμή που αρχίζουμε να αποκτούμε αντίληψη του ποιοι είμαστε και τι συμβαίνει γύρω μας και να επεξεργαζόμαστε τις πληροφορίες που λαμβάνουμε από το περιβάλλον μας. Γι’ αυτό το λόγο, μέγιστη είναι η σημασία των πρώιμων βιωμάτων για τη μετέπειτα ζωή μας. Υπολογίζεται ότι περίπου στα 5 έτη και μέχρι την ενηλικίωση, η προσωπικότητα μας έχει διαμορφωθεί εν μέρει.
Ως χαρακτηριστικά προσωπικότητας ορίζονται τα σταθερά πρότυπα αντίληψης, σχετίζεσθαι και σκέψης για τον περιβάλλον, τον εαυτό, τα οποία εκδηλώνονται σε ένα μεγάλο εύρος κοινωνικών πλαισίων. Μόνο όταν τα χαρακτηριστικά αυτά είναι άκαμπτα και δυσλειτουργικά και προκαλούν σημαντική λειτουργική μειονεξία ή υποκειμενική δυσφορία συνιστούν μια διαταραχή προσωπικότητας (Ευσταθίου, Ευθυμίου & Χαρίλα, 2014).
Οι διαταραχές προσωπικότητας παρουσιάζονται όταν τα χαρακτηριστικά της διαταραχής είναι μεν σταθερά αλλά προκαλούν δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις και έκπτωση στη λειτουργικότητα του ατόμου εν γένει. Με άλλα λόγια, παρατηρούνται άκαμπτες και ακραίες αλλαγές στη συμπεριφορά του ατόμου τόσο σε κοινωνικό όσο και σε εργασιακό επίπεδο. Αυτό γίνεται εμφανές από την αρχή της ενηλικίωσης, συχνά νωρίτερα και συνήθως διατηρείται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου.
Επομένως,κατά το DSM-5 ( Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών ), ως διαταραχή προσωπικότητας ορίζεται ένα σταθερό πρότυπο εσωτερικών βιωμάτων και συμπεριφοράς που αποκλίνει σημαντικά από το αναμενόμενο σύμφωνα με το πολιτιστικό υπόβαθρο του ατόμου και εκδηλώνεται σε δύο ή περισσότερους τομείς όπως τη γνωστική λειτουργία, τη συναισθηματική λειτουργία, τη διαπροσωπική λειτουργία και τον έλεγχο των παρορμήσεων.
Υπολογίζεται ότι οι διαταραχές προσωπικότητας αποτελούν ένα ποσοστό της τάξεως του 10-20% του γενικού πληθυσμού, ενώ το ποσοστό αυτό αυξάνεται για τον πληθυσμό που νοσηλεύεται σε κάποια ψυχιατρική μονάδα. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι κάποιες διαταραχές επηρεάζουν περισσότερο τους άνδρες από τις γυναίκες και αντίστροφα, ενώ κάποιες δύναται να εμφανιστούν κατά την παιδική ηλικία και να διαρκέσουν για το υπόλοιπο της ζωής του ατόμου. Ωστόσο, με την κατάλληλη θεραπεία υπάρχει μεγάλη βελτίωση και τα παθολογικά χαρακτηριστικά μειώνονται όσο ο ασθενής μεγαλώνει.
Οι διαταραχές προσωπικότητας χωρίζονται σε τρεις ομάδες. Στην πρώτη ομάδα περιλαμβάνονται οι τύποι των διαταραχών με κύριο χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς την εκκεντρικότητα. Η δεύτερη ομάδα αποτελείται από τέσσερις τύπους διαταραχών με κύριο χαρακτηριστικό τις συναισθηματικές διαταραχές, ενώ η τρίτη ομάδα χαρακτηρίζεται από το φόβο και το άγχος. Οι τύποι των διαταραχών προσωπικότητας κατά DSM -5 είναι οι εξής:
Ομάδα Α: Περίεργοι, εκκεντρικοί
- Παρανοειδής Διαταραχή Προσωπικότητας: έλλειψη εμπιστοσύνης, καχυποψία
- Σχιζοειδής Διαταραχή Προσωπικότητας: απομάκρυνση από κοινωνικές σχέσεις, περιορισμένη έκφραση συναισθήματος
- Σχιζότυπη Διαταραχή Προσωπικότητας: έντονη δυσφορία στις διαπροσωπικές σχέσεις, εκκεντρική συμπεριφορά
Ομάδα Β: Δραματικοί, συναισθηματικοί, παρορμητικοί
- Αντικοινωνική Διαταραχή Προσωπικότητας: έλλειψη σεβασμού ή παραβίαση των δικαιωμάτων των άλλων
- Μεταιχμιακή Διαταραχή Προσωπικότητας: αστάθεια στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην εικόνα του εαυτού και στο συναίσθημα, έντονη παρορμητικότητα
- Δραματική Διαταραχή Προσωπικότητας: υπερβολική έκφραση συναισθήματος και αναζήτηση προσοχής
- Ναρκισσιστική Διαταραχή Προσωπικότητας: αίσθηση προσωπικού μεγαλείου, ανάγκη για θαυμασμό, έλλειψη ενσυναίσθησης
Ομάδα Γ: Αγχώδεις, φοβισμένοι
- Αποφευκτική Διαταραχή Προσωπικότητας: κοινωνική αναστολή, αίσθημα αναξιότητας, υπερβολική ευαισθησία στην αρνητική κριτική
- Εξαρτητική Διαταραχή Προσωπικότητας: συμπεριφορές υποταγής και προσκόλλησης
- Ψυχαναγκαστική- Καταναγκαστική Διαταραχή Προσωπικότητας: εμμονή για τάξη, τελειοθηρία και ανάγκη για έλεγχο
Ένα βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο της αποτελεσματικής θεραπευτικής συνεργατικής σχέσης αποτελεί ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας του γνωστικού συμπεριφορικού ψυχοθεραπευτικού μοντέλου. Ως γνωστόν, η γνωστική συμπεριφορική ψυχοθεραπεία βασίζεται στη θεωρία της μάθησης και στη γνωστική θεωρία της ανθρώπινης δυστυχίας. Αν δεχτούμε, λοιπόν, ότι η ανθρώπινη δυστυχία είναι αποτέλεσμα βιωμένων αρνητικών εμπειριών και συναισθημάτων και υιοθετημένων συμπεριφορών, τότε γίνεται σαφής η συμβολή της γνωστικής θεωρίας και της θεωρίας της μάθησης στην ανάπτυξη αυτών των παραγόντων. Έτσι, λοιπόν, ο θεραπευτής εκπαιδεύει τον πελάτη του στο ΓΣ μοντέλο ώστε να κατανοήσει τα προβλήματά του μέσα από τη γνωστική συμπεριφορική οπτική (Van Bilsen,Thomson 2018).
Εν κατακλείδι, οι διαταραχές προσωπικότητας αποτελούν ένα ερευνητικά πρωτοποριακό, εννοιολογικά πολύπλοκο και κλινικά ιδιαίτερα σημαντικό πεδίο. Συχνά συγκαταλέγονται στις πιο δύσκολες κλινικές περιπτώσεις (Beck &Freeman, 1990). Η φύση του προβλήματος είναι συνήθως μακροχρόνια και συχνά οι θεραπευόμενοι διστάζουν να αναζητήσουν βοήθεια. Η θεραπεία εκτείνεται για μεγάλο διάστημα και εστιάζεται σε βαθιά ζητήματα για τα οποία ο θεραπευόμενος πιθανώς να μην έχει ξαναμιλήσει ποτέ για αυτά. Θεραπευτικός στόχος γίνεται η αναγνώριση και τροποποίηση εδραιωμένων πυρηνικών μοτίβων και δυσλειτουργικών σχημάτων που ευθύνονται για τη διαταραχή.
Ως εκ τούτου, η συνθήκη αυτή προκαλεί έντονο άγχος στον θεραπευόμενο, καθώς καλείται να αλλάξει τον τρόπο που ερμηνεύει την πραγματικότητα, τη συμπεριφορά του και το ποιος είναι με τον τρόπο που καθόριζε τον εαυτό του για πολλά χρόνια. Είναι μια δύσκολη και αρκετά απαιτητική διαδικασία, της οποίας το αποτέλεσμα στηρίζεται σε μια καλά εδραιωμένη και συνεργατική θεραπευτική σχέση.
Ειρήνη Κουζίνη
Ψυχολόγος - Γνωστική συμπεριφορική ψυχοθεραπεύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου